Αρχειοθήκη ιστολογίου

2/7/25

Ποιοι μας κυβερνούν, Θεέ μου!

Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ, η τεχνολογική δεξιά και το ελληνικό παράδειγμα του ΟΠΕΚΕΠΕ

Η αντιπαράθεση ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και τον Έλον Μασκ σηματοδοτεί κάτι βαθύτερο από μια προσωπική ρήξη: την ιδεολογική και στρατηγική διάσπαση της σύγχρονης δεξιάς, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη. Ανάμεσα στον πολιτικό λαϊκισμό και τον τεχνολογικό ακτιβισμό, η ευρωπαϊκή (και όχι μόνο) δεξιά βρίσκεται πλέον σε κρίσιμο σταυροδρόμι.


Η σύγκρουση μεταξύ των δύο ανδρών δεν είναι απλώς εγωιστική. Αντιπροσωπεύει δύο αντικρουόμενα οράματα για την εξουσία στον 21ο αιώνα: το ένα είναι εθνικιστικό, λαϊκιστικό και πολιτικά εκλεγμένο· το άλλο είναι τεχνολογικό, παγκοσμιοποιημένο και επιχειρηματικά ανεξέλεγκτο.


Ο Τραμπ, μετά την ανοιχτή του σύγκρουση με τον Μασκ — τον οποίο χαρακτήρισε «ψεύτη» και «άπιστο φίλο» — διεκδικεί ξανά την ηγεσία της αμερικανικής δεξιάς με τα γνωστά του συνθήματα: America First, δασμοί κατά της Ε.Ε., αυστηρό μεταναστευτικό και κλασικός αντισυστημισμός.


Ο Μασκ, από την πλευρά του, εμφανίστηκε αρχικά ως υπερασπιστής της «λογικής και της ελευθερίας του λόγου», υποστηρικτής μιας αντικρατικής, αντικομματικής πολιτικής ορθότητας. Έφτασε μάλιστα να απειλεί έμμεσα τον Τραμπ με ίδρυση νέου κόμματος ή πολιτικού φορέα.


Όμως, σε μια εντυπωσιακή αναδίπλωση, ο Μασκ επανήλθε πρόσφατα με ανάρτησή του στο Χ (Twitter), εκθειάζοντας τις “σωστές και τολμηρές” πολιτικές του Τραμπ – ιδιαίτερα στην οικονομία και τη μετανάστευση – τονίζοντας πως «οι ΗΠΑ χρειάζονται λιγότερη πολιτική ορθότητα και περισσότερη κοινή λογική». Από απειλές, σε δημόσιο έπαινο. Μια τρικυμία εν κρανίω που αποτυπώνει ανάγλυφα την έλλειψη σταθερών αρχών και θεσμικής ευθύνης στα ανώτατα επίπεδα εξουσίας.


Και στην Ευρώπη; Το τοπίο παραμένει θολό:

  • Το AfD στη Γερμανία και το Fidesz του Ορμπάν στηρίζουν την «αντισυστημική» ρητορική τύπου Τραμπ.
  • Η Μελόνι στην Ιταλία προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην παραδοσιακή δεξιά και τον τεχνολογικό λαϊκισμό.
  • Το ΕΛΚ τηρεί σιωπή, ανήσυχο μπροστά στον Μασκ αλλά και αμήχανο απέναντι στην επιστροφήΤραμπ.

Και μέσα σ’ αυτή την παγκόσμια σύγχυση, η Ελλάδα γράφει τη δική της τοπική φάρσα. Το πρόσφατο σκάνδαλο στον ΟΠΕΚΕΠΕ, όπου αποκάλυψη εσωτερικής έρευνας δείχνει εκατομμύρια ευρώ ευρωπαϊκών αγροτικών επιδοτήσεων να καταλήγουν σε «φίλους» και «ημέτερους», με εικονικές καλλιέργειες και κρυμμένες offshore, φωτίζει μια άλλη πτυχή του ίδιου προβλήματος: τη θεσμική σήψη και την απουσία λογοδοσίας.

Η διοίκηση κάνει πως ερευνά, οι υπουργοί σιωπούν, τα ΜΜΕ μιλούν χαμηλόφωνα ή καθόλου. Και οι πολίτες παρακολουθούν με απορία ή παραίτηση.

Στο ελληνικό μικροσύμπαν, οι ίδιες παθογένειες επαναλαμβάνονται: υπόγειες σχέσεις κράτους–αγοράς, ιδιωτικοποιήσεις δίχως έλεγχο, ρυθμιστικές αρχές με πολιτικούς εντολείς. Ο Μασκ και ο Τραμπ μοιάζουν ίσως μακρινοί, αλλά η λογική που τους ενώνει — η έλλειψη θεσμικής λογοδοσίας, η περιφρόνηση στη διαφάνεια, η προσωπολατρία — είναι οικεία και εδώ.


Το ερώτημα παραμένει:

Θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τον κόσμο να γίνεται θεατρική σκηνή για ελιτ αναμετρήσεις και εγχώρια σκάνδαλα, ή θα διεκδικήσουμε μια δημοκρατία με κανόνες, θεσμούς και ευθύνη;


—————

ΠΗΓΕΣ

Der Spiegel, FAZ, n–tv, DW, Sofokleousin, Documento










1/7/25

Η Απελευθέρωση της Δράμας: 1 Ιουλίου 1913. Μνήμη, Ταυτότητα και Ελπίδα!

1η Ιουλίου γιορτάζουμε την απελευθέρωση της Δράμας.

Η απελευθέρωση της Δράμας αποτελεί σημαντικό ορόσημο στην ιστορία της πόλης και της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μακεδονίας. Συνδέεται με κρίσιμες στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας, ιδιαίτερα με την απελευθέρωση από την Οθωμανική κυριαρχία και τις περιόδους κατοχής, κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η πρώτη απελευθέρωση της Δράμας από τον οθωμανικό ζυγό έγινε στις 1 Ιουλίου 1913, κατά τη διάρκεια του Βαλκανικού Πολέμου. Ο ελληνικός στρατός εισήλθε στην πόλη ύστερα από σφοδρές συγκρούσεις με τις βουλγαρικές δυνάμεις, οι οποίες, μετά τη διάλυση του βαλκανικού συνασπισμού, είχαν καταλάβει την περιοχή. Η ένταξη της Δράμας στο ελληνικό κράτος σήμανε την αρχή μιας νέας εποχής για τον ντόπιο πληθυσμό, με έντονα προσφυγικά, γεωργικά και αστικά χαρακτηριστικά.


Η πόλη, ωστόσο, δεν έμεινε αλώβητη από τα γεγονότα του 20ού αιώνα:

  • Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η περιοχή γνώρισε βουλγαρική κατοχή (1916–1918).
  • Στη βουλγαρική κατοχή του 1941–1944, η Δράμα υπέστη ιδιαίτερα σκληρή μεταχείριση, με αποκορύφωμα την εξέγερση της 29ης Σεπτεμβρίου 1941, όταν οι ντόπιοι επαναστάτησαν κατά των κατακτητών. Η εξέγερση πνίγηκε στο αίμα, με μαζικές εκτελέσεις αμάχων, γεγονός που παραμένει βαθιά χαραγμένο στη μνήμη της πόλης.

Στη σημερινή εποχή, η μνήμη της απελευθέρωσης της Δράμας δεν έχει μόνο ιστορικό χαρακτήρα αλλά και συμβολική και πολιτισμική σημασία.

  • Η απελευθέρωση συνδέεται με τη διαμόρφωση της συλλογικής ταυτότητας των Δραμινών. Η πόλη απέκτησε σταδιακά τον χαρακτήρα της ως τόπος προσφύγων, εργατών, καπνεργατών, αλλά και ανθρώπων του πολιτισμού, που σφυρηλατήθηκαν μέσα από σκληρές ιστορικές εμπειρίες.
  • Η εξέγερση του 1941 ενάντια στον φασισμό και η μνήμη της απελευθέρωσης λειτουργούν ως διαρκές σύμβολο αντίστασης σε κάθε μορφή αυταρχισμού και κατοχής. Εμπνέουν τη νέα γενιά με παραδείγματα θάρρους και αγώνα για ελευθερία.
  • Η διατήρηση της ιστορικής μνήμης επιτρέπει στην κοινωνία να γνωρίζει τις ρίζες της και να προσεγγίζει με σοβαρότητα τα ζητήματα των εθνικών σχέσεων, αλλά και της συμφιλίωσης. Στην ευρωπαϊκή πλέον πραγματικότητα, η μνήμη αυτή δεν είναι μέσο διχασμού αλλά εργαλείο επίγνωσης και ιστορικής ευθύνης.
  • Μέσα από εκδηλώσεις, ιστορικά ντοκιμαντέρ, σχολικά προγράμματα και τοπικές δράσεις, η απελευθέρωση της Δράμας εντάσσεται στον ευρύτερο πολιτιστικό διάλογο για τη Μακεδονία και τη Βόρεια Ελλάδα. Η επέτειος γίνεται αφορμή για πολιτιστικό αναστοχασμό και ενίσχυση της ιστορικής παιδείας.

Η απελευθέρωση της Δράμας δεν είναι απλώς ένα παρελθόν γεγονός. Είναι βίωμα, μνήμη, ταυτότητα και παρακαταθήκη. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η αναφορά σε εκείνη τη στιγμή καλεί τους κατοίκους —και ιδίως τους νέους— να αντλήσουν ιστορική αυτογνωσία, δημοκρατική συνείδηση και σεβασμό για τους αγώνες των προηγούμενων γενεών.

29/6/25

Τις φταίει; | 29 Ιουνίου 1874 – 29 Ιουνίου 2025

Σαν σήμερα, 29 Ιουνίου 1874, ο Χαρίλαος Τρικούπης τόλμησε να γράψει δημόσια αυτό που πολλοί σιωπούσαν: ότι η ευθύνη για την κακοδαιμονία της χώρας βαραίνει όχι μόνο τους πολιτικούς, αλλά και τον ίδιο τον βασιλιά. Έναν αιώνα και μισό μετά, ποιος φταίει;

Φταίει το κράτος που μετατράπηκε σε εργαλείο βολέματος και όχι σε μοχλό κοινωνικής δικαιοσύνης;

Φταίνε οι κυβερνήσεις που υπόσχονται μεταρρυθμίσεις και παραδίδονται σε συμφέροντα, λόμπι και μηχανισμούς εξουσίας;

Φταίνε τα κόμματα που παίζουν επικοινωνιακά παιχνίδια αντί να διαμορφώνουν πολιτική με πυξίδα και ευθύνη;

Φταίνε τα μέσα ενημέρωσης που, αντί να ελέγχουν την εξουσία, την υπηρετούν;


Ή μήπως φταίμε κι εμείς;

Που επιλέγουμε με βάση το πρόσκαιρο συμφέρον, που αποστρεφόμαστε τη συμμετοχή, που ανεχόμαστε τη μετριότητα και τη διαφθορά σαν “κανονικότητα”;

Που εξοργιζόμαστε περιστασιακά αλλά σπανίως αναλαμβάνουμε δράση ουσιαστική;


Η κρίση των θεσμών, της εκπαίδευσης, της υγείας, της δικαιοσύνης, της εμπιστοσύνης στους πυλώνες της Δημοκρατίας — δεν είναι απλώς αποτυχίες διαχείρισης. Είναι βαθύτερη κρίση αξιών και νοήματος.


Όπως τότε, έτσι και σήμερα, η χώρα χρειάζεται να ξανατεθεί σε τροχιά θεσμικής εντιμότητας, λογοδοσίας και πολιτικής ωριμότητας. Όχι με ρητορείες, αλλά με πράξεις. Όχι με ηγέτες-σωτήρες, αλλά με πολίτες που απαιτούν και συμμετέχουν.


Τις φταίει, λοιπόν;

Την ευθύνη τη φέρει εκείνος που έχει τη δύναμη – κι αυτή, σε μια Δημοκρατία, την έχουμε εμείς.

Λεφτά υπάρχουν — και τα πληρώνουμε ξανά: Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, η Ευρωπαία Εισαγγελέας και η σιωπή της εξουσίας!

Για χρόνια ακούμε ειρωνικά το «λεφτά υπάρχουν» να επαναλαμβάνεται σαν ανέκδοτο. Μα σήμερα, υπό το φως των αποκαλύψεων της Ευρωπαίας Εισαγγελέως για τις παράνομες αγροτικές επιδοτήσεις στην Ελλάδα, το ερώτημα αλλάζει: πράγματι λεφτά υπήρχαν — αλλά πού πήγαν; Και το κυριότερο: ποιος πληρώνει τώρα το τίμημα της διαφθοράς;

Λεφτά υπάρχουν – αλλά τα πληρώνουμε ξανά από την τσέπη μας


Όποιος συνεχίζει να ειρωνεύεται το περίφημο «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου, ας ρίξει μια σοβαρή ματιά στα δισεκατομμύρια του ΟΠΕΚΕΠΕ — και κυρίως στην τεράστια υπόθεση κακοδιαχείρισης που αποκάλυψε η Ευρωπαία Εισαγγελέας Λάουρα Κοβέσι, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρεθεί στο επίκεντρο σκανδάλου παράνομων επιδοτήσεων και διασπάθισης κοινοτικών πόρων.


Για χρόνια, ο ΟΠΕΚΕΠΕ μοίραζε αγροτικές επιδοτήσεις ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ από τα ευρωπαϊκά ταμεία. Όμως, σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO), μέρος αυτών των χρημάτων πήγαινε σε «αγρότες-μαϊμού», σε εικονικές καλλιέργειες, ή ακόμα και σε ιδιώτες χωρίς καμία αγροτική δραστηριότητα. Χρησιμοποιούνταν ανύπαρκτες εκτάσεις, διπλοεγγραφές, πλαστογραφημένα στοιχεία και εικονικά συμβόλαια μίσθωσης δημόσιας γης.


Η απάτη δεν ήταν μικρή. Ήταν συστηματική, διαρκής και καλυπτόταν πολιτικά, με ευθύνη όχι μόνο κρατικών υπηρεσιών αλλά και πολιτικών προσώπων που συντηρούσαν και επωφελούνταν από ένα πελατειακό δίκτυο εξαγοράς ψήφων. Η έρευνα δείχνει ότι οι μηχανισμοί ήταν τόσο καλά οργανωμένοι, ώστε έφτασαν να ξεγελούν ακόμη και τους αυτοματοποιημένους ελέγχους της Ε.Ε.


Και τώρα, ποιος πληρώνει;


Όπως σε κάθε περίπτωση ευρωπαϊκής απάτης, όταν διαπιστωθεί παραβίαση, τα χρήματα πρέπει να επιστραφούν. Η Κομισιόν επέβαλε στην Ελλάδα την επιστροφή εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ — χρήματα που είχαν δοθεί παράνομα ή χωρίς σωστό έλεγχο.


Αυτό σημαίνει πως ο ελληνικός λαός θα πληρώσει από τον κρατικό προϋπολογισμό τα πρόστιμα και τις επιστροφές, επειδή το πολιτικό σύστημα απέτυχε να διαφυλάξει τη νομιμότητα και τη διαφάνεια. Αντί να πάνε τα κονδύλια στους μικρούς και πραγματικούς παραγωγούς, χρηματοδότησαν φίλους, γνωστούς και εκλεκτούς.


Οι επίορκοι πρέπει να καταδικαστούν και οι παρανόμως επιδοτούμενοι να επιστρέψουν τις επιδοτήσεις.


Άρα τελικά, ναι — λεφτά υπάρχουν


Λεφτά υπήρχαν και υπάρχουν. Στην ΚΑΠ. Στα ευρωπαϊκά ταμεία. Στα ΕΣΠΑ. Στο Ταμείο Ανάκαμψης. Το πρόβλημα δεν ήταν η έλλειψη πόρων. Το πρόβλημα ήταν (και παραμένει) ποιος τα διαχειρίζεται και με ποια κριτήρια.


Η φράση «λεφτά υπάρχουν» δεν ήταν αφελής. Ήταν μια αλήθεια που δεν αντέξαμε να κοιτάξουμε. Γιατί πίσω της κρύβεται ένα βαθύ ερώτημα: Θα επιτρέπουμε για πάντα ένα κράτος να χρηματοδοτεί την παρανομία και να μετατρέπει την πολιτική σε συνδιαλλαγή;

26/6/25

Δεν είναι “τραγωδία”. Είναι έγκλημα.

Η Μύριαμ πέθανε έπειτα από πολυήμερη μάχη, βαριά τραυματισμένη στην επίθεση κατά της ελληνορθόδοξης εκκλησίας του Αγίου Ηλεία στη Δαμασκό. Μαζί της σκοτώθηκαν 25 ακόμη άμαχοι – γυναίκες, ηλικιωμένοι, παιδιά. Χωρίς καμία άμυνα. Χωρίς καμία ευθύνη. Στόχος, απλώς και μόνο επειδή βρέθηκαν σε έναν τόπο πίστης και προσευχής.

Δεν πρόκειται για “τραγικό περιστατικό”. Είναι έγκλημα με σαφές πολιτικό και φανατικό υπόβαθρο. Και η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί πια να σιωπά.

– Ο ΟΗΕ και το Συμβούλιο Ασφαλείας έχουν ευθύνη να διασφαλίσουν την προστασία των θρησκευτικών μειονοτήτων και να απαιτήσουν λογοδοσία για εγκλήματα κατά αμάχων.

– Οι διεθνείς οργανισμοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων οφείλουν να δράσουν με διαφάνεια και αποφασιστικότητα. Δεν αρκούν γενικές εκκλήσεις – απαιτείται διερεύνηση, καταλογισμός ευθυνών και έμπρακτη παρέμβαση.

– Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αντιόχειας, μαζί με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες ανά τον κόσμο, δεν μπορεί να αρκεστεί στα λόγια πένθους. Οφείλει να μιλήσει με καθαρή φωνή και πολιτικό θάρρος.


Ο φανατισμός δεν γεννιέται στο κενό. Τροφοδοτείται, ενισχύεται, αξιοποιείται πολιτικά. Και η σιωπή τον συντηρεί.

Η μνήμη της Μύριαμ και των 25 θυμάτων δεν είναι απλώς θλίψη – είναι κάλεσμα σε δράση και αφύπνιση.

Για να μπορεί κάθε άνθρωπος, σε κάθε γωνιά της γης, να προσεύχεται χωρίς φόβο.

Για να μη γίνεται ο τρόμος “κανονικότητα”.