Για να υποστηρίζει σήμερα ένας πολιτικός ότι, η πολιτική αυτής ή της προηγούμενης κυβέρνησης είναι «νεοφιλελεύθερη», δύο πράγματα ενδέχεται να συμβαίνουν. Ή έχει πλήρη άγνοια βασικών αρχών της οικονομικής σκέψης, ή τελεί υπό πλήρη σύγχυση.Σε καμία περίπτωση η ακολουθούμενη πολιτική δεν είναι «νεοφιλελεύθερη», αφού κι ένας πρωτοετής του οικονομικού πανεπιστημίου, ξέρει ότι δεν είναι καν φιλελεύθερη. Ποιο από τα μέτρα που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια είναι φιλελεύθερο; Η Θάτσερ-για να μιλήσουμε με όρους «νεοφιλελευθερισμού»- μείωσε ποτέ μισθούς και συντάξεις; Σε ποιο εγχειρίδιο φιλελεύθερης σκέψης η ανάπτυξη συνδυάζεται με υψηλή φορολόγηση ή με έκτακτες εισφορές; Που ακούστηκε να θεωρείται φιλελεύθερο μέτρο η παρέμβαση του κράτους στη σχέση εργοδοτών και εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα; Και τέλος, είναι «νεοφιλελεύθερη» πολιτική η αύξηση των δημοσίων δαπανών; Η συνεχής επίκληση του «νεοφιλελευθερισμού», από άσχετους πολιτικούς όλων των κομμάτων, προκειμένου να αποκρύψουν από τον ελληνικό λαό την πραγματικότητα είναι απάτη. Όλοι αυτοί εξαπατούν τους πολίτες βαπτίζοντας τον κρατισμό και τα μέτρα που λαμβάνονται για να προστατεύσουν τις πελατειακές σχέσεις, ως «νεοφιλελεύθερες» επιλογές. Είναι προφανές ότι η πραγματικότητα τους διαψεύδει. Ωστόσο, επειδή κάποτε θα πρέπει να πάψουμε να ζούμε με ψέμματα και μύθους, καλό θα ήταν όσοι πιστεύουν ακόμα τα παραμύθια της λαϊκής δεξιάς ή το ιδεοληπτικό παραλήρημα της ριζοσπαστικής αριστεράς, να πάνε να δούνε την ταινία The Iron Lady. Θα καταλάβουν τι σημαίνει-πραγματικά- «νεοφιλελευθερισμός»… ΠΗΓΗ: Ελληνοσουηδική Ιστοσελίδα |
16/1/12
Το “παραμύθι” με τον νεοφιλελευθερισμό
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
Ως απόφοιτος της Ακαδημίας Διοίκησης και Οικονομικών της Στουτγάρδης συμφωνώ απόλυτα με την αυστηρή κριτική, η οποία ασκείται στο παρόν άρθρο της ανάρτησης αυτής. Είναι θα έλεγα ύβρις για τις οικονομικές επιστήμες, να ονομάζονται και να χαρακτηρίζονται οι οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων της Γερμανίας, της Αγγλίας, ή ακόμα και της Αμερικής νεοφιλελεύθερες, με την επιστημονική έννοια του όρου αυτού. Διότι είναι από οικονομολογικής άποψης λανθασμένος, μονόπλευρος και παραπλανητικός στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον διαστρεβλώνει την πραγματικότητα και δημιουργεί λανθασμένες εντυπώσεις στους πολίτες του εκάστοτε κράτους. Για να εξηγήσουμε τον οικονομολογικό όρο του Νεοφιλελευθερισμού, θα πρέπει εδώ να κάνουμε μία αναδρομή και ανασκόπηση στην ιστορία της μοντέρνας οικονομίας, δηλαδή της οικονομίας έτσι όπως αναπτύχθηκε στον δυτικό κόσμο, με το ξεκίνημα της βιομηχανικής επανάστασης στον δέκατο ένατο και εικοστό αιώνα. Η ιστορία της σύγχρονης οικονομίας ξεκινάει λοιπόν με τους κλασσικούς της πατέρες, όπως Adam Smith (1723-1790), David Ricardo (1772-1832)και Baptiste Say (1767-1832). Οι οικονομολόγοι αυτοί δημιούργησαν την μεγάλη σχολή της λεγόμενης Κλασσικής Οικονομίας. Βασικός κανόνας της Κλασσικής Οικονομίας είναι το αξίωμα ότι ένα κρατικό οικονομικό σύστημα, το οποίο είναι οργανωμένο επάνω σε ένα ιδιωτικοοικονομικό και καπιταλιστικό σύστημα, θα πρέπει είναι κατά κανόνα εις θέσιν να αντεπεξέλθει στα οικονομικά του προβλήματα από μόνο του, δίχως την παρέμβαση του κράτους. Βασίζεται ιδεολογικά μάλιστα επάνω στο αξίωμα, ότι υπάρχουν αναρρωτικές οικονομικές δυνάμεις μέσα στο σύστημα, οι οποίες από μόνες τους είναι εις θέσιν να επαναφέρουν την κρατική οικονομία πάλι σε ισορροπία, δίχως καμία παρέμβαση του κράτους, ή οποιονδήποτε άλλου φορέα, ή οργανισμού. Αυτή η θεωρία αποδείχτηκε όμως το αργότερο στο χρονικό διάστημα 1929 έως 1933 ως μία θεωρία με ελλείψεις, διότι δεν ήταν εις θέσιν να δώσει εξηγήσεις για την αποτελεσματική διαχείριση του φαινόμενου της τότε παγκόσμιας κρίσης, η οποία είχε δημιουργηθεί και είχε διαρκέσει ακριβώς στο χρονικό διάστημα αυτό. Κοντά σε αυτήν την χρονολογία περίπου γνωστοποιήθηκε και κυκλοφόρησε Η ΓΕΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ του Άγγλου οικονομολόγου John Maynard Keynes (1883-1946), η οποία απέκτησε στα ακόλουθα χρόνια λόγω του περιεχομένου της, αλλά και της εξηγητικής της ικανότητας (αν και εν μέρη δυσνόητη), μεγάλη φήμη, αλλά έγινε και αποδεχτή από πολλά κορυφαία ινστιτούτα και πολλές φημισμένες σχολές της οικονομίας εκείνης της εποχής. Η οικονομολογική αντίληψη του Keynes, ήταν εξ αρχής, ότι τα ανεπτυγμένα μακροοικονομικά συστήματα, δηλαδή οι ανεπτυγμένες κρατικές οικονομίες, είναι εκ φύσεως καταδικασμένες να αποτύχουν, διότι λόγω της σύνθετης δομής των είναι εύθραυστες και δημιουργούν έτσι έπειτα από ένα χρονικό διάστημα οικονομικές δυσλειτουργίες. Τα πραγματικά αίτια για τις οικονομικές κρίσεις γενικά, δημιουργούνται σύμφωνα με την κευνισιακή οικονομική θεωρία λόγω της γενικής χαμηλής ζήτησης στις αγορές των προϊόντων, αλλά ακόμα και στις αγορές του κεφαλαίου και της εργασίας, λαμβάνοντας πάντα υπ όψιν την άψογη κυκλοφορική λειτουργία της οικονομίας. Η κευνισιακή θεωρία βασίζεται σε γενικές γραμμές στις σταθερές και καλά προμελετημένες οικονομικές παρεμβάσεις του κράτους.
Δεύτερο μέρος της τοποθέτησης:
Μία αντίληψη, η οποία είναι διαμετρικά αντίθετη με την έως τότε θεωρία των Κλασσικών, οι οποίοι δεν πρόβλεπαν σε καμία περίπτωση κάποια από οικονομικής άποψης διαρθρωτική παρέμβαση του κράτους. Συνοπτικά μπορούμε να δώσουμε στις δύο αντίθετες σχολές, στην κάθε μία ξεχωριστά τα ακόλουθα ερμηνευτικά στοιχεία, για να γίνει πιο ξεκάθαρη η οικονομική ανάλυση και οι σημαντικότεροι οικονομολογικοί παράμετροι της οικονομικής θεωρίας από την κάθε μία. Οι κλασσικοί οικονομολόγοι του 18. και 19. αιώνα Smith, Ricardo και Say βασίζονται επάνω στα εξής ορίζοντα οικονομικά μεγέθη: Πλήρη απασχόληση, η επίδραση των αυτοαναρρωτικών οικονομικών δυνάμεων, η πλήρη λειτουργία του μηχανισμού ρύθμισης των τιμών, σε καμία περίπτωση κάποια παρέμβαση του κράτους για την σταθεροποίηση της κρατικής οικονομίας, σταθερό ισοζύγιον του κρατικού προϋπολογισμού και εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής για την προώθηση του συναγωνισμού. Από την δεκαετία και έπειτα ακολούθησε η πολιτική του Μονεταρισμού, δηλαδή η αντίληψη των πρώην Κλασσικών, ότι με την ρύθμιση της ποσότητας των διαφόρων χρηματικών συναλλαγών, εγγυάται και η άψογη λειτουργία της κρατικής οικονομίας. Στην ουσία η βασική παράμετρος της οικονομικής σχολής των Κλασσικών, είναι η κατόπιν συγκεκριμένων καταμετρήσεων και μελετών προσδιοριζόμενη προσφορά στις αγορές της κρατικής οικονομίας. Οι κευνισιακή σχολή αντιθέτως μας διδάσκει ότι η οικονομική αστάθεια ενός κράτους, είναι κάτι το οποίο είναι στην φύση των πραγμάτων και αποτελεί μάλιστα έναν κύριο και βασικό παράγοντα, για οποιαδήποτε οικονομική διαχείριση και παρέμβαση του κράτους. Πέραν τούτου είναι οι βασικοί άξονες του κευνισιασμού η υποαπασχόληση, οι αμφίδρομες και συνδυαζόμενες σχέσεις της κυκλοφορίας της οικονομίας, η σημαντική σημασία του κράτους ως ενισχυτικός παράγοντας της κρατικής οικονομίας, τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού, ιδιαίτερη φορολογική πολιτική, κ.λ.π..
Έπειτα από το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσεως στο έτος 1929, κλονίστηκε η εμπιστοσύνη η οποία υπήρχε στην κλασσική οικονομική θεωρία και χρειάστηκαν περίπου 30 χρόνια μέχρι να ξανακερδίσει η κλασσική οικονομική θεωρία και πάλι την εμπιστοσύνη και εκτίμηση του κόσμου. Ο κύριος λόγος για την αναζήτηση και επαναφορά προς την κλασσική θεωρία, ήταν κατά κύριο λόγο η επιτυχής καταπολέμηση του μεγάλου πληθωρισμού έπειτα από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, σύμφωνα με τις μεθόδους τις οποίες διδάσκει η κλασσική οικονομική θεωρία. Από την κλασσική οικονομική θεωρία, προήλθε η οικονομική θεωρία του Μονεταρισμού, η οποία είναι συνδεδεμένη αχώριστα με το όνομα M. Friedman. Η θεωρία αυτή τονίζει τον προεξέχοντα ρόλο του χρήματος και την συγκεκριμένη σημασία του για την χρηματική πολιτική. Ο μεγάλος στόχος αυτής της οικονομικής θεωρίας είναι η σταθεροποίηση των τιμολογιακών επιπέδων, δηλαδή της τιμής του εκάστοτε προϊόντος και της εκάστοτε υπηρεσιακής παροχής. Η σχολή αυτή ονομάζεται και διαφορετικά Νεοκλασική Οικονομική Θεωρία. Έτσι όπως η κευνισιακή θεωρία εξελίχθηκε με την πάροδο του χρόνου στην μετακευνισιακή και νεοκευνισιακή θεωρία, ακολούθησαν και για την κλασσική οικονομική θεωρία παραπέρα έρευνες και αναπτυξιακές μελέτες, πάντα προσαρμοσμένες στην αληθινή και έμπρακτη οικονομική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να εξελιχθεί η κλασσική οικονομική θεωρία στην γνωστή πλέον οικονομική θεωρία του Νεοφιλελευθερισμού. Μεγάλη οπαδός του νεοφιλελευθερισμού υπήρξε η οικονομική σχολή του Σικάγο, αλλά και η οικονομική σχολή του Φράιμπουργκ, από την τελευταία δημιουργήθηκε μάλιστα κιάλο παρακλάδι του νεοφιλελευθερισμού, ο λεγόμενος κρατικοφιλελευθερισμός ή αλλιώς φιλελευθερισμός της τάξεως.Βασικά χαρακτηριστικά και των δύο αυτών οικονομικών θεωριών, είναι η υποχρέωση του κράτους να προστατεύει την ιδιοκτησία των πολιτών, να υπερασπίζεται τα κρατικά ζητήματα και να βοηθάει και να συμπαραστέκεται τους πολύ φτωχούς πολίτες. Όχι όμως το να διατηρεί και να στηρίζει το κράτος κάποιο κοινωνικό σύστημα. Προπαντός ο Friedmann απέρριπτε το κοινωνικό κράτος και την ανοικοδόμηση κοινωνικών κατοικιών.
Τρίτο μέρος της τοποθέτησης:
Μεγάλος στόχος όμως υπήρξε εξ αρχής η διατήρηση ενός ζωντανού οικονομικού συναγωνισμού στις εθνικές οικονομίες, όσο γίνεται όμως δίχως την κρατική παρέμβαση. Η διατήρηση των κρατικών καρτέλ, όπως και η διατήρηση του κρατικού μονοπωλίου σε διάφορα είδη, θα πρέπει να αποτελεί εξαίρεση σύμφωνα με αυτήν την οικονομική θεωρία. Ο σκοπός της νεοφιλελεύθερης οικονομίας είναι σε γενικές γραμμές λοιπόν η ρύθμιση και η διατήρηση του συναγωνισμού σε όλους τους τομείς. Μεταξύ της νεοφιλελεύθερης και της κρατικοφιλελεύθερης οικονομικής σχολής υπάρχουνε κάποιες διαφορές, τις οποίες δεν θέλω να επισημάνω σε αυτό το σημείο. Από τα αναφερόμενα διαπιστώνουμε όμως πολύ εύκολα ότι η νεοφιλελεύθερη οικονομία σύμφωνα με τα επιστημονικά βιβλία, δύσκολα θα μπορέσουμε να την εντοπίσουμε στις σημερινές δημοκρατικές κυβερνήσεις στην καθαρή της μορφή. Οι σημερινές κυβερνήσεις των κρατών της δύσης, συμπεριλαμβάνουν στην οικονομική τους πολιτική στοιχεία σχεδόν από όλες τις οικονομικές σχολές και αυτό είναι έτσι γιατί η πολυφωνία της δημοκρατίας επιβάλει στην κάθε κρατική κυβέρνηση να εφαρμόσει μία πολυδιάστατη οικονομική πολιτική, για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στα τρέχοντα προβλήματα και στις τρέχοντες απαιτήσεις των κατοίκων. Η οικονομική πολιτική του κάθε κράτους είναι λοιπόν ένας συνδυασμός από τις διάφορες οικονομικές θεωρίες, ο οποίος διαμορφώνεται κατά καιρούς ανάλογα με τις απαιτήσεις των πολιτών και φυσικά όχι απεριόριστα, αλλά ανάλογα με τις υπάρχουσες οικονομικές δυνατότητες του κράτους. Για αυτούς τους λόγους θα πρέπει να είμαστε πιο επιφυλακτικοί με την κριτική που ασκούμε για οποιοδήποτε οικονομικό ζήτημα του κράτους το οποίο μας αφορά, ή το οποίο πέφτει στην αντίληψή μας. Πρέπει να ομολογήσω πως ακόμα από τα χρόνια μου ως σπουδαστής του κλάδου της οικονομίας και διοίκησης επιχειρήσεων, η θεωρία του Keynes με εντυπωσίασε πάρα πολύ και ότι συνεχίζω ακόμα να είμαι έμπιστος οπαδός του, παρά τις διάφορες κριτικές που άκουσα και διάβασα κατά καιρούς από διάφορες πλευρές, σε ότι αφορά την ακρίβεια και την από διαχρονικής άποψης επιστημονική ισχύ της θεωρίας του. Η δική μου διαπίστωση είναι πως η οικονομική του θεωρία αποτελεί μία μεγάλη κίονος για την επιστήμη της μποντέρνας οικονομίας. Ο βασικός τύπος της θεωρίας του κυρίου Keynes θα μπορούσε να είναι αυτός, εκφράζοντας ότι αφορά τον οικονομικό συσχετισμό της προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά – εμπορευμάτων ενός κράτους.
Y = C + Ib + G + EX-Im, λαμβάνοντας υπ όψιν ότι το Y στέκεται για την γενική οικονομική προσφορά, το C για την κατανάλωση και τα γενικά έξοδα των νοικοκυριών, το σχήμα Ib για τις ακαθάριστες επενδύσεις, το σήμα G για τα έξοδα του κράτους και οι παράμετροι Ex-Im για το υπόλοιπο από την αφαίρεση των γενικών εισαγωγών από τις γενικές εξαγωγές του κράτους, δηλαδή την καθαρή εξωτ. ζήτηση του εξωτερικού.
Για την συνοπτική μου αυτήν τοποθέτηση αποκόμισα στοιχεία από τα βιβλία των πρώην καθηγητών μου της οικονομίας, κυρίων Prof. Dr. Gerhard Mussel όπως και Prof. Dr. Harald Hagemann. Τους ευχαριστώ σε αυτό το σημείο για τις γνώσεις που μου μεταδώσανε όταν κάποτε υπήρξα μαθητής τους.
Δημοσίευση σχολίου