ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ Γ. ΜΑΜΕΛΗ
Αν το άστυ είναι οι άνθρωποι, η πόλη είναι πλήρως απούσα, τούτες τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου (με την καημένη την Παναγιά να οσμίζεται ακόμη τα έντονα πατσουλιά των κυριών που έσπευσαν σε κάθε ομώνυμο ναό για προσκύνημα).
Ο Σεπτέμβριος της πόλης μας έρχεται με βήμα ταχύ κι οι «γραφιάδες» της (πρώτος ο Πετεφρής του οπισθόφυλλου του «Αγγελιοφόρου») θα έξυναν μολύβια, αν δεν υπήρχαν οι κένσορες.
Γιατί το άθλημα της επιφυλλίδας θέλει κότσια και «κάκαλα», κάθε μέρα μεροδούλι μεροφάι να βρεις να παίξεις με τις λέξεις, σ' αυτό το αέναο πινγκ πονγκ ιδεών, εικόνων, συγκυρίας, επικαιρότητας, ευρηματικότητας, «για μια χούφτα δολάρια».
Αθλητής - πρωταθλητής του είδους, σχεδόν μαραθωνοδρόμος, ο Πετεφρής, αυτή η φάτσα του πελεκητή και κουρσάρου της γλώσσας, να χοροπηδάει παιχνιδιάρικα στην τελευταία σελίδα «καθημερινή και σχόλη» για λίγους και για πολλούς, για πλούσιους και πένητες.
Εμείς (κι ο Πετεφρής), κλάση «του '60 οι εκδρομείς» (οκά, μπουάτ, Καλκάνας, Καραντινός, Παλαιολόγος, Χατζηχρήστος, Παπανούτσος, Κούδας, Τσάκναντυ, Πασαλίδης, Δραπετσώνα, Αλέξης Ασλάνογλου, Σπανδωνή, Μέριλιν Μονρόε, Φωφώ στη Ν. Φωκά), σφίξαμε τα ζεστά κι απαλά κορμάκια των κοριτσιών της εποχής, υπό τους ήχους του «Melancholia in Septembre». Πεπίνο ντι Κάπρι και «τα μυαλά στα κάγκελα».
Αυτήν την καταβύθιση στο πριν αφιερώνω «τω Πετεφρή», καθώς τελευταία χάθηκε από το «Στρέτο», τις οίδε.
Ο Σεπτέμβρης, λοιπόν, αχνοφαίνεται κι οι γεύσεις του καλοκαιριού χάνονται στον ουρανίσκο. Μήνας μετάβασης και προσαρμογής, μοιάζει με γκρίζα γκραβούρα του μεσοπολέμου σε περιβάλλον μπελ επόκ, ενόσω οι καρδιές των ανθρώπων χτυπούν άτακτα μέσα στις μεταλλαγές των συναισθημάτων τους.
Σεπτέμβρης, πρελούδιο του φθινόπωρου κι οι φωνές των μαθητών έρχονται ήδη ως απόηχος μιας άδολης κι άγουρης νιότης που αψηφά τα δυσοίωνα και μαύρα σύγνεφα του μέλλοντος που παρήγαγαν άλλοι γι' αυτήν, χωρίς αυτήν. Κάθε Σεπτέμβρης είναι γεμάτος με τα σταφύλια της οργής όλων όσοι δεν έχουν πολλά καλούδια στο δισάκι τους στην αναμενόμενη δύσκολη και βαριά χειμωνιάτικη πορεία. Κάθε Σεπτέμβρης κουβαλά τη μελαγχολία της μέρας που μικραίνει και της ατέλειωτης νυχτιάς με τα καρφωμένα βλέμματα στο ταβάνι.
Κι ο Τραμ-βαγέρης Πετεφρής να «μετρά» βασανιστικά τις στιγμές των λαθών μιας πόλης που συνειδητοποιεί με πόνο πόσο «πήραμε τη ζωή μας λάθος», αλλά ταυτόχρονα να ξεχνά τον επόμενο στίχο, «κι αλλάξαμε ζωή».
Ο Σεπτέμβριος της πόλης μας έρχεται με βήμα ταχύ κι οι «γραφιάδες» της (πρώτος ο Πετεφρής του οπισθόφυλλου του «Αγγελιοφόρου») θα έξυναν μολύβια, αν δεν υπήρχαν οι κένσορες.
Γιατί το άθλημα της επιφυλλίδας θέλει κότσια και «κάκαλα», κάθε μέρα μεροδούλι μεροφάι να βρεις να παίξεις με τις λέξεις, σ' αυτό το αέναο πινγκ πονγκ ιδεών, εικόνων, συγκυρίας, επικαιρότητας, ευρηματικότητας, «για μια χούφτα δολάρια».
Αθλητής - πρωταθλητής του είδους, σχεδόν μαραθωνοδρόμος, ο Πετεφρής, αυτή η φάτσα του πελεκητή και κουρσάρου της γλώσσας, να χοροπηδάει παιχνιδιάρικα στην τελευταία σελίδα «καθημερινή και σχόλη» για λίγους και για πολλούς, για πλούσιους και πένητες.
Εμείς (κι ο Πετεφρής), κλάση «του '60 οι εκδρομείς» (οκά, μπουάτ, Καλκάνας, Καραντινός, Παλαιολόγος, Χατζηχρήστος, Παπανούτσος, Κούδας, Τσάκναντυ, Πασαλίδης, Δραπετσώνα, Αλέξης Ασλάνογλου, Σπανδωνή, Μέριλιν Μονρόε, Φωφώ στη Ν. Φωκά), σφίξαμε τα ζεστά κι απαλά κορμάκια των κοριτσιών της εποχής, υπό τους ήχους του «Melancholia in Septembre». Πεπίνο ντι Κάπρι και «τα μυαλά στα κάγκελα».
Αυτήν την καταβύθιση στο πριν αφιερώνω «τω Πετεφρή», καθώς τελευταία χάθηκε από το «Στρέτο», τις οίδε.
Ο Σεπτέμβρης, λοιπόν, αχνοφαίνεται κι οι γεύσεις του καλοκαιριού χάνονται στον ουρανίσκο. Μήνας μετάβασης και προσαρμογής, μοιάζει με γκρίζα γκραβούρα του μεσοπολέμου σε περιβάλλον μπελ επόκ, ενόσω οι καρδιές των ανθρώπων χτυπούν άτακτα μέσα στις μεταλλαγές των συναισθημάτων τους.
Σεπτέμβρης, πρελούδιο του φθινόπωρου κι οι φωνές των μαθητών έρχονται ήδη ως απόηχος μιας άδολης κι άγουρης νιότης που αψηφά τα δυσοίωνα και μαύρα σύγνεφα του μέλλοντος που παρήγαγαν άλλοι γι' αυτήν, χωρίς αυτήν. Κάθε Σεπτέμβρης είναι γεμάτος με τα σταφύλια της οργής όλων όσοι δεν έχουν πολλά καλούδια στο δισάκι τους στην αναμενόμενη δύσκολη και βαριά χειμωνιάτικη πορεία. Κάθε Σεπτέμβρης κουβαλά τη μελαγχολία της μέρας που μικραίνει και της ατέλειωτης νυχτιάς με τα καρφωμένα βλέμματα στο ταβάνι.
Κι ο Τραμ-βαγέρης Πετεφρής να «μετρά» βασανιστικά τις στιγμές των λαθών μιας πόλης που συνειδητοποιεί με πόνο πόσο «πήραμε τη ζωή μας λάθος», αλλά ταυτόχρονα να ξεχνά τον επόμενο στίχο, «κι αλλάξαμε ζωή».
Δημοσιεύτηκε: Τετάρτη, 24 Αυγούστου 2011 | ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου