του Κώστα Γ. Μαμέλη
Κατακαλόκαιρο. Περισυλλογή, ισολογισμοί δράσης, χαβαλές με φραπέδες. Όλο και λιγότεροι συγκινούμαστε πια από τα δρώμενα της καθημερινότητας, γιατί όλο και περισσότεροι βιώνουμε δύσκολα, καταθλιπτικά. Καταναλωτές της πολιτικής άπαντες, αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι η ζωή μας ήταν χίμαιρα, σχοινοτενής περιδιάβαση σε κομμάτια και θρύψαλα, διάλειμμα «ευτυχίας» που πρέπει να ξοφληθεί χωρίς την κάλπικη λίρα του Τζαβέλα.
Μόνον ο ποιητής (….Αυτός ο αθώος / Αυτός ο μάγος / Ο θαυματοποιός / Ο μυστηριώδης δαμαστής των λέξεων / Που λατρεύει την ομορφιά / Αυτός ο μικρός θεός που μιλά /και με το λόγο του γίνεται φως ….)* ζει στον κόσμο της αλήθειας.
Ζει στον κόσμο των ηχοχρωμάτων της επίγνωσης, των χαμόγελων της αλληλεγγύης, των μικρών παιδιών που δε φταίνε να πληρώνουν λάθη και παραλείψεις.
Μόνον ο ποιητής θέλει (και μπορεί) να μας ταξιδέψει στα ταπεινά και στα λίγα των αξιών που κρύφτηκαν στη φτήνια και το λαϊκισμό.
Στην ανέμη του τυλίγεται η ανθρωπιά που ξέρει να χαίρεται τα ουσιώδη, με λιτές γραμμές, σα του Κόντογλου. Με αυτογνωσία κι ελπίδα για το καινούριο, σα το κόκκινο της βουκαμβίλιας.
Κυριακή πρωί κι η αδειανή πόλη δική του. Το ακορντεόν στα καλαμαριώτικα σοκάκια να απλώνει ήχους ρομαντικούς για τα -μόνα κι έρημα- γερόντια που ρεμβάζουν στα μπαλκόνια, με τις βυσσινάδες στο χέρι.
Καθώς το σκερτσόζικο piccicato εισέρχεται στη μονήρη ψυχή του, ξυπνάνε οι μέρες οι παλιές, οι καλές μέρες της παιδικότητας, με τις σχόλες, τους περιπάτους στην Αρετσού με το μαϊστράλι, το χέρι της μάνας με τα πασατέμπο, τη γκαζόζα απ΄ τον κουβά, το «υποβρύχιο» με τη μακριά γλυκιά γεύση της βανίλιας.
Και πριν τον πνίξει το παρελθόν, προ του κινδύνου να μετατραπεί σε άθλιο κι αθεράπευτο παλίμπαιδα μιας κοινωνίας ψευδούς ευημερίας που απέδραμε αμετάκλητα, με βλέμμα ταχύ έγνεψε τον Θερμαϊκό, βυθίστηκε στους ορίζοντες της θάλασσάς του κι απλώνοντας τα χέρια στον ήλιο έγινε φλόκος νοερός στα πλεούμενα κι απάγγειλε βροντερά Μαγιακόφσκι.
«Αμφιβολία πια δεν έχει, δεν έχει απόγνωσης κραυγή…..».
Σα νάπαιζε σε μονόπρακτο του δρόμου.
*Τ. Βαρβιτσιώτης «αυτός ο μικρός Θεός που μιλά»
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ 27.7.2011
Κατακαλόκαιρο. Περισυλλογή, ισολογισμοί δράσης, χαβαλές με φραπέδες. Όλο και λιγότεροι συγκινούμαστε πια από τα δρώμενα της καθημερινότητας, γιατί όλο και περισσότεροι βιώνουμε δύσκολα, καταθλιπτικά. Καταναλωτές της πολιτικής άπαντες, αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι η ζωή μας ήταν χίμαιρα, σχοινοτενής περιδιάβαση σε κομμάτια και θρύψαλα, διάλειμμα «ευτυχίας» που πρέπει να ξοφληθεί χωρίς την κάλπικη λίρα του Τζαβέλα.
Μόνον ο ποιητής (….Αυτός ο αθώος / Αυτός ο μάγος / Ο θαυματοποιός / Ο μυστηριώδης δαμαστής των λέξεων / Που λατρεύει την ομορφιά / Αυτός ο μικρός θεός που μιλά /και με το λόγο του γίνεται φως ….)* ζει στον κόσμο της αλήθειας.
Ζει στον κόσμο των ηχοχρωμάτων της επίγνωσης, των χαμόγελων της αλληλεγγύης, των μικρών παιδιών που δε φταίνε να πληρώνουν λάθη και παραλείψεις.
Μόνον ο ποιητής θέλει (και μπορεί) να μας ταξιδέψει στα ταπεινά και στα λίγα των αξιών που κρύφτηκαν στη φτήνια και το λαϊκισμό.
Στην ανέμη του τυλίγεται η ανθρωπιά που ξέρει να χαίρεται τα ουσιώδη, με λιτές γραμμές, σα του Κόντογλου. Με αυτογνωσία κι ελπίδα για το καινούριο, σα το κόκκινο της βουκαμβίλιας.
Κυριακή πρωί κι η αδειανή πόλη δική του. Το ακορντεόν στα καλαμαριώτικα σοκάκια να απλώνει ήχους ρομαντικούς για τα -μόνα κι έρημα- γερόντια που ρεμβάζουν στα μπαλκόνια, με τις βυσσινάδες στο χέρι.
Καθώς το σκερτσόζικο piccicato εισέρχεται στη μονήρη ψυχή του, ξυπνάνε οι μέρες οι παλιές, οι καλές μέρες της παιδικότητας, με τις σχόλες, τους περιπάτους στην Αρετσού με το μαϊστράλι, το χέρι της μάνας με τα πασατέμπο, τη γκαζόζα απ΄ τον κουβά, το «υποβρύχιο» με τη μακριά γλυκιά γεύση της βανίλιας.
Και πριν τον πνίξει το παρελθόν, προ του κινδύνου να μετατραπεί σε άθλιο κι αθεράπευτο παλίμπαιδα μιας κοινωνίας ψευδούς ευημερίας που απέδραμε αμετάκλητα, με βλέμμα ταχύ έγνεψε τον Θερμαϊκό, βυθίστηκε στους ορίζοντες της θάλασσάς του κι απλώνοντας τα χέρια στον ήλιο έγινε φλόκος νοερός στα πλεούμενα κι απάγγειλε βροντερά Μαγιακόφσκι.
«Αμφιβολία πια δεν έχει, δεν έχει απόγνωσης κραυγή…..».
Σα νάπαιζε σε μονόπρακτο του δρόμου.
*Τ. Βαρβιτσιώτης «αυτός ο μικρός Θεός που μιλά»
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ 27.7.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου