26/10/11

Χωρίς μίσος για τους ψευδομένους

Κώστας Μαμέλης
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ Γ. ΜΑΜΕΛΗ

Με ιατρικούς όρους η ασθένεια χαρακτηρίζεται ανίατη. Η πορεία της δεν αναστρέφεται, αφού ήδη ο εγκεφαλικός θάνατος είναι παρών, οι γιατροί συντάσσουν τη ληξιαρχική πράξη θανάτου. Μέσα στους κοπετούς των «συγγενών», τους ποταμούς δακρύων των «περιλυπόμενων» κι ενώ η χώρα βιώνει -ως μη όφειλε- το απόλυτο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό της αδιέξοδο, στο δημόσιο χώρο οι περίκλειστοι ταγοί αρνούνται την πραγματικότητα, ξορκίζουν το νέο '22, παρακάμπτουν «το πικρόν ποτήριον».


Ξεχνούν το τίμιο «δυστυχώς, επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη. «Μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα» περιχαρακώνονται όλο και πιότερο στην ανιστόρητη παθογενή εμμονή της μοναδικότητάς τους, προετοιμαζόμενοι όχι για τη μάχη της χώρας, αλλά για τη διαχείριση των ερειπίων της, κάτι σαν πορεία θριάμβου «στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη». Νομίζουν ότι πρόκειται για περίπατο στη Βουκουρεστίου, για αποδοχή κληρονομιάς επ' ωφελεία απογραφής, για πολιτική κληροδοσία των θετικών, για χρέωση των αρνητικών σε πεθαμένους και αποδραμόντες.

Αλλά οι λαϊκές Ερινύες είναι σοφές (αν και πνιγμένες στο καταθλιπτικό γαϊτανάκι της ατελεύτητης σειράς συστημικών ψευδολογιών για την κρίση, τις αιτίες, τα αποτελέσματα, την κατάντια της χώρας). Το ψεύδος δεν προσφέρει ούτε προσφέρεται. Το επίπλαστο χαμόγελο με τεχνητό βλέμμα αισιοδοξίας είναι πια η μανιέρα στην εγχώρια πρόζα του πολιτικαντισμού, που κανείς δεν τον πιστεύει. Γι' αυτό και οι εκόντες - άκοντες ταπεινωμένοι πολίτες σε αντίστιξη, με θυμό, οργή, αδιέξοδα. Στις γραμμές των χαμένων οριζόντων τους δε διακρίνεις παρά μόνο τέλμα, κλειστά αφτιά, σφαλιστά μάτια. Ντροπή και κλειδωμένες συνειδήσεις.

Πληθαίνουν οι ανώνυμοι περιπατητές μιας ζωής όλο θρύψαλα. «… Οπου έβλεπες άξαφνα στην όψη τους τόσες χαρακιές, που 'λεγες είχανε περάσει μέρες πολλές μέσα σε λίγην ώρα...».* Συνωθούνται στις παρυφές μιας έμφοβης, απαθούς -και κατ' ευφημισμόν αλληλέγγυας- κοινωνίας, που υποχωρεί όλο και πιο βαθιά στην ανυποληψία των θεσμών της, όλο και πιο συχνά στο λαϊκισμό, όλο και πιο γρήγορα στην ανευθυνότητα και την απαξίωση. Ενώ «τα κακά μαντάτα πλήθαιναν στην πρωτεύουσα»* ποιος θα οδηγήσει τους πολλούς που τους «έχει απομείνει μια παλάμη τόπος κάτω από τ’ ανοιχτό πουκάμισο»*; Ποιος, με περίσκεψη, «με πάνου ως κάτου απλωμένη την αφοβιά σαν σημαία»* θα πορευτεί εμπρός; Ποιον δε τον φοβίζει ο πόλεμος, δεν του αρμόζει η ήττα; Ποιος άξιος εστί; Πριν από την τυφλή σύγκρουση (επί δικαίων και αδίκων) θα ακουστεί η αλήθεια;

Δημοσιεύτηκε: Τετάρτη, 26 Οκτωβρίου 2011 | ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: