24/6/11

Τακτικισμοί, βυζαντινισμοί και αυταπάτες

του Θέμη Τζήμα *

Προσωπική μου στάση είναι ότι ο καθένας οφείλει με παρρησία να μιλά στην αρχή μιας εξέλιξης και όχι στο τέλος της, όταν όλα είναι πια εμφανή. Γι’ αυτό ας μου επιτραπεί μια σύντομη παρέμβαση για το νέο κυβερνητικό σχήμα.
Πρώτον, πρέπει να επισημανθεί ότι η νέα κυβέρνηση Παπανδρέου έπεται μιας κυβέρνησης που μόνο επιτυχημένη δεν μπορεί να θεωρηθεί ως προς την επίτευξη των διακηρυγμένων και μειζόνων στόχων της. Η αποτυχία της αυτή αποδόθηκε από την εκ δεξιών κριτική σε επιμέρους διαχειριστικές αδυναμίες των μελών της. Από την εξ αριστερών κριτική στον κοινωνικά άδικο, δημοκρατικά ανομιμοποίητο και οικονομικά αδιέξοδο χαρακτήρα της. Την τελευταία αυτή κριτική τη συμμερίζομαι και την προσυπογράφω.
Δεύτερον έπεται ορισμένων κωμικοτραγικών χειρισμών, που έλαβαν χώρα τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Η πρόταση Παπανδρέου προς Σαμαρά για κυβέρνηση «εθνικής» σωτηρίας κινείται στα όρια της δημοκρατικής εκτροπής και διόλου τυχαία αποτελεί επίμονη απαίτηση της ολιγαρχίας που επιδιώκει να εφαρμόσει απερίσπαστη το σχέδιο «ανατολικοευρωπαιοποίησης» της χώρας.
Ακολούθησε η σχεδόν υποβολή «παραίτησης» του πρωθυπουργού στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης δια τηλεφώνου, η επανάκαμψη του πρωθυπουργού στο ρόλο του, η εξαγγελία ανασχηματισμού, η οπερετική εσωκομματική ανταρσία της επόμενης ημέρας, οι υπόγειες συμφωνίες πρωθυπουργού και επίδοξων δελφίνων του για τη μοιρασιά της κυβερνητικής πίτας και μία ανούσια συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ κατά την οποία οι «αντάρτες» μετατράπηκαν- σχεδόν όλοι- σε όρθιους χειροκροτητές.
Στη βάση των δύο προαναφερθεισών συνθηκών εξελίχθηκε ο κυβερνητικός ανασχηματισμός με σαφή εσωκομματικό προσανατολισμό και άρωμα συναρχίας. Βασίστηκε σε δύο κομβικές αυταπάτες: αφενός στη θεώρηση ότι το πρόβλημα εντοπίζεται στους διαχειριστές της εν λόγω πολιτικής και όχι στην πολιτική που ακολουθείται, αυτήν καθ’ αυτήν. Αφετέρου σε τακτικιστικές κινήσεις εσωκομματικού χαρακτήρα, τη στιγμή που το αδιέξοδο είναι στρατηγικού χαρακτήρα για την κυβέρνηση και την κατεστημένη πολιτική ελίτ.
Το στρατηγικό αδιέξοδο της κυβέρνησης πέραν των υπολοίπων είναι εμφανέστατο σε σχέση με την άρνησή της να διαπραγματευθεί επιθετικά προς τους πιστωτές της χώρας, εκμεταλλευόμενη τους συστημικούς κινδύνους που ενσκήπτουν διεθνώς, προς όφελος του λαού. Στο ρόλο αυτό υποκαταστάθηκε από τις λαϊκές αντιδράσεις και από ξένες κυβερνήσεις. Καταδεικνύεται έτσι, αν μη τι άλλο η κυβερνητική ηττοπάθεια ως συνενοχή και ως στρατηγικό αδιέξοδο. Η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται τη χώρα ως ανήμπορη και εγκλωβισμένη και κατά συνέπεια προβάλλει το δικό της στρατηγικό αδιέξοδο σε ολόκληρο το λαό.

Έτσι, στο κυβερνητικό αδιέξοδο συμπυκνώνεται η πολιτικοποίηση της κρίσης που προκαλεί η εφαρμοζόμενη, αντιδραστική, νεοφιλελεύθερη πολιτική. Η εν λόγω πολιτική πουθενά δεν έχει υλοποιηθεί σε συνθήκες δημοκρατικής ομαλότητας και με τη λαϊκή υποστήριξη. Η εφαρμογή της προϋποθέτει κεκαλυμμένες ή απροκάλυπτες δημοκρατικές εκτροπές και καταστολή των λαϊκών αντιδράσεων.

Αυτές οι τελευταίες λαϊκές αντιδράσεις, μέσα στις οποίες κύριο ρόλο παίζουν και οι δυνάμεις που παραδοσιακά στήριξαν το ΠΑΣΟΚ, προκάλεσαν τις αγκυλώσεις στο βουλευτικό και κυβερνητικό επίπεδο. Στο κόμμα ΠΑΣΟΚ οι αντιδράσεις προς την κυβερνητική πολιτική είναι υπαρκτές εδώ και ενάμισι χρόνο, χωρίς ωστόσο να τους αποδίδεται η δέουσα σημασία.

Η βάση λοιπόν του κυβερνητικού αδιεξόδου δε βρίσκεται στη Βουλή αλλά στις πλατείες και στο δημόσιο χώρο εν γένει, όπου ο λαός ξεκάθαρα και οριστικά αποδοκιμάζει την ασκουμένη νεοφιλελεύθερη πολιτική.

Είτε την ασκήσουν δύο ή και περισσότερα κόμματα μαζί, είτε ικανότεροι διαχειριστές από το εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ, πέρα ίσως από μια περίοδο πρόσκαιρης, επικοινωνιακής ευφορίας, το αδιέξοδο στην κυβέρνηση και μεταξύ των κομμάτων που αποδέχονται τη στρατηγική της ανατολικο-ευρωπαιο-ποίησης της χώρας, θα επανακάμψει.

Τότε, την εικόνα της «επανεκκίνησης» θα διαδεχθεί η εικόνα ακόμα εντονότερων διαλυτικών συνθηκών για τη χώρα και φυσικά για την –όποια- κυβέρνηση. Μάλιστα, τα ενδοκυβερνητικά ρήγματα που με τακτικισμούς και βυζαντινισμούς πρόσκαιρα σκεπάστηκαν θα ανοίξουν και πάλι, καταπίνοντας όλους τους επίδοξους δελφίνους. Αυτή ίσως και να είναι η πρώτη χρήσιμη προσφορά του ανασχηματισμού.

Η δεύτερη και σημαντικότερη είναι ότι πλέον η διαχωριστική γραμμή καθίσταται σαφέστατη, χωρίς άλλες υπεκφυγές και μισόλογα: από τη μια όλη η πολιτική ελίτ μαζί, υπέρ της πολιτικής του νεοφιλευθερισμού, με συμμάχους την ολιγαρχία και τα κατεστημένα ΜΜΕ. Από την άλλη όσοι προτάσσουμε την ανάγκη άλλης πολιτικής, συγκρουσιακής προς το νεοφιλελευθερισμό και τον καπιταλιστικό μονόδρομο, προκειμένου να βγει ο ελληνικός λαός και η Ευρώπη από την καπιταλιστική κρίση. Ο καθένας από το χώρο στον οποίο ανήκει, με τις αντιφάσεις και τις διαφωνίες μας.

ΥΓ. Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί δεν κάνω νύξη στην εναλλακτική αυτή πολιτική. Παραπέμπω σε συλλογικά κείμενα που σύντροφοι καταθέσαμε επανειλημμένα στο Εθνικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ. Σε επόμενο άρθρο θα αναφερθώ εκ νέου σε πτυχές αυτής της πολιτικής.

*Ο Θέμης Τζήμας είναι μέλος του ΕΣ του ΠΑΣΟΚ

1 σχόλιο:

Anestis Moutafidis είπε...

Εφόσον έχουμε δημοκρατία, είναι για τον καθένα μας επιτρεπτό να εκφράσει την γνώμη του, με έναν τρόπο που αρμόζει στις ανάλογες περιστάσεις και συνθήκες και έτσι υφίσταται να γίνει αποδεχτός, ανεξαρτήτως εάν αναφέρεται στην αρχή μίας εξέλιξης, ή στο τέλος της. Συμφωνώ ότι η τωρινή κυβέρνηση του Γεώργιου Παπανδρέου κάθε άλλο παρά πετυχιμένη και ικανοποιητική μπορεί να χαρακτηριστεί. Η αποτυχία της αυτή έχει αίτια που πηγάζουν από το παρελθόν ακόμα, γιαυτό και ο Πρωθυπουργός δυσκολεύεται να βρεί τέτοιες λύσεις, οι οποίες είναι εις θέσην να επιφέρουν ικανοποιητικά αποτελέσματα. Το ότι οι χειρισμοί του τα τελευταία εικοσιτετράωρα φαντάζουν κωμικοτραγικοί επίσης δεν με εκπλήσσει, διότι η κρησιμότητα της καταστάσεως της κυβέρνησής του είναι επίσης πρωτοφανής και οι πολιτικοί του ελιγμοί θα σταθούν μοιραίοι για το μέλλον της χώρας. Πέραν αυτού συμμερίζομαι ότι ο τελευταίος κυβερνητικός ανασχηματισμός είναι εκ νέου καταδικασμένος να αποτύχει, διότι του λείπει το σωτήριο πολιτικό σχέδιο, επίσης η πλατιά υποστήριξη των άλλων κομμάτων για την εφαρμογή μίας καινούργιας στρατιγικής πολιτικής, προς όφελος της Ελλάδος. Η εκτίμηση του κυρίου Τζήμα, ότι ο τελευταίος κυβερνητικός ανασχηματισμός βασίστηκε σε δύο κομβικές αυταπάτες, δηλαδή αυτές ότι για το υπάρχον πρόβλημα φταίνε οι εως τούδε διαχειρηστές και ότι ο εσωκομματικός τακτικισμός θα επιφέρει σταθερότητα και επιτυχίες στις διαπραγματεύσεις με την τρόϊκα και την Ευρωπαϊκή Ένωση γενικότερα,ανταποκρίνεται πιστεύω στην τωρινή πολιτική πραγματικότητα της Ελλάδος σε τρομακτικό βαθμό. Με λύπη και σίγουρα με ένα ποσοστό απαγοήτευσης, οφείλω να ομολογίσω πως ο Πρωθυπουργός μας δίνει αυτόν τον καιρό μία αξιολύπητη εικόνα στους δημοσίους χώρους και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Του λείπει η απαραίτητη πειθώ και αποφασιστηκότητα, για να καταφέρει να επιρρεάσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης να συνεναίσουν, επίσης αδυνατεί να διαπραγματευτεί επιθετικά με τους πιστωτές της Ελλάδος, όπως πολύ σωστά αναφέρει ο συντάκτης του κειμένου, στο οποίο απαντώ. Είναι δυστυχώς πραγματικότητα, ότι η κυβέρνηση του κυρίου Παπανδρέου αντιλαμβάνεται την χώρα και τον λαό ως ανήμπορους και εγκλωβισμένους και ότι αντικατροπτίζει το δικό της πολιτικό αδιέξοδο σε όλον το ελληνικό λαό. Πρόκειται εδώ για ένα μεγάλο σφάλμα και είναι ξεκάθαρο ότι η διπλωματία της σιωπής και των ήπιων τόνων του κύριου Πρωθυπουργού προς τους αντιπροσώπους της Ευρωπαίκής Ένωσης, δύναται να κοστίσουν την Ελλάδα στο τέλος εντελώς το κύρος και τον σεβασμό, που τρέφουν τα άλλα ευρωπαίκά κράτη για αυτήν ακόμα.Η κυβέρνηση της για την οποία κάνει σχέδια ο κύριος Πρωθυπουργός, θα αποτελλεί μόνον το ένα σκέλος των εργαλειών και των μηχανισμών προς την έξοδο από τον βαθύ λάκκο στον οποίο πέσαμε. Το άλλο σκέλος θα είναι οι επαφές και οι διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές και τους διαπραγματευτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΔΝΤ, της ΕΚΤ, του ΕΝΤ και της οικονομικής προστατευτικής ομπρέλας για τα κράτη μέλη της Ευρώπης. Εδώ όμως οι ελληνικοί πολιτικοί αντιπρόσωποι θα πρέπει να αλλάξουν στο μέλλον τον τόνο και την στάση των απέναντι στους δανειοδότες και θα πρέπει να τους δεσμεύσουν τους ίδιους περισσότερο από ότι εώς τώρα για την πετυχιμένη εξέλιξη και πορεία της οικονομικής ανάκαμψης της Ελλάδος. Θα πρέπει να έχουν και αυτοί ευθύνες για την σωστή διαχείρηση και επένδυση των κεφαλαίων που δανείζουν στην χώρα μας. ο κύριος Πρωθυπουργός οφείλει να καταβάλει προσπάθειες για περισσότερους πολιτικούς ελιγμούς στο μέλλον λοιπόν και ιδίως να παρουσιάζεται με περισσότερο έμφαση και διεκδικητικό τρόπο στις διαπραγματεύσεις. Ότι αφορά το τελευταίο θα πρέπει να του έχει μείνει και κάτι από τον πατέρα του τον αείμνηστο, τι διάλο!